megaliidea1

 

Μετά την πτώση του Βυζαντίου το 1453, οι υπόδουλοι πλέον, Έλληνες, προσπαθούσαν να επιβιώσουν, διατηρώντας τη συνοχή τους, να συσπειρώνονται και να αναπτύσσεται μεταξύ των μελών των ελληνικών κοινοτήτων αλληλεγγύη, σαν ασπίδα στους  κατακτητές. Το ιδανικό της ελευθερίας, κυριαρχεί από τους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας και με την πάροδο του χρόνου, αναπτύσσεται και καλλιεργείται  σ’ όλο τον υπόδουλο ελληνισμό η «Μεγάλη Ιδέα», να αποτινάξουν τον Οθωμανικό ζυγό και να ζήσουν ελεύθεροι. Έτσι, κατά καιρούς δρούσαν και ενέπνεαν ελπίδα στους υπόδουλους Έλληνες, άνθρωποι του πνεύματος, με κορυφαίο τον Ρήγα Φεραίο, που διέδωσε παντού τον Θούριο του: «Ως πότε παλληκάρια θα ζώμεν στα στενά…» και με τα επαναστατικά κηρύγματα τους, γαλουχήθηκαν όλες οι παλιές γενιές  των Ελλήνων.

Στις τελευταίες δεκαετηρίδες του 18ου αιώνα, κυριαρχούν, το ιδεώδες του Γένους και το ιδεώδες του Έθνους με τη μορφή της Μεγάλης Ιδέας, κατά την οποία ο Ελληνισμός  θα απέβαινε κυρίαρχη δύναμη και επί της Οθωμ. αυτοκρατορίας. 

H Μεγάλη Ιδέα ήταν το μεγάλο κίνημα και η κύρια πολιτική του Ελληνικού κράτους, η οποία είχε στόχο το Ελληνικό Κράτος να απελευθερώσει όλες τις περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις οποίες ζούσαν μεγάλοι Ελληνικοί πληθυσμοί, και όλες τις περιοχές που παραδοσιακά άνηκαν σε Έλληνες στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία και στην Αρχαία Ελλάδα (Νότιος Αίμος, Μικρά Ασία κλπ). Επί της ουσίας πρόκειται για τον ελληνικό οραματισμό, τον οποίο εμπνεύσθηκε ως όρο ο πρώτος Συνταγματικός πρωθυπουργός Ιωάννης Κωλέττης στα μέσα του 19ου αιώνα και στον οποίο στήριξε ολόκληρη την πολιτική του αυτός, οι Βασιλείς της εποχής Όθων, Γεώργιος κλπ, οι Ελληνικές κυβερνήσεις, η πολιτική ελίτ και γενικότερα όλοι οι Έλληνες απανταχού της γης.

Καμία άλλη θεωρία δεν κυριάρχησε τόσο καταλυτικά στο εσωτερικό της χώρες κατά τις πρώτες δεκαετίες του ελληνικού κράτους, όσο η "Μεγάλη Ιδέα" με τα θετικά της στοιχεία - αποτέλεσε την ώθηση για τον υπερδιπλασιασμό της επικράτειας και την οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Ημερομηνία γέννησης της ιδεολογίας της "Μεγάλης Ιδέας" θεωρείται η 14η Ιανουαρίου 1844, όταν ο Ιωάννης Κωλέττης, που λίγους μήνες αργότερα θα γινόταν ο πρώτος κοινοβουλευτικός πρωθυπουργός της χώρας, εκφώνησε μια ομιλία, που είχε τεράστια απήχηση.

 

Όλη η ομιλία του Κωλέττη, όπως δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες Ελπίς, Αιών και Η Φωνή του Λαού, με την ορθογραφία της εποχής, είχε ως εξής:

 

"Όταν ενθυμούμαι την ώραν εκείνην, την φοβεράν εκείνην ώραν, καθ' ην επροσκλήθην να δώσω τον όρκον μου, να συντρέξω υπέρ της ανεξαρτησίας της Πατρίδος, ανατριχιάζω, Κύριοι...! ωρκίσθην, ωρκίσθημεν όλοι να θυσιάσωμεν τα πάντα, και την ζωήν μας διά την ελευθέραν των Ελλήνων, όλου του Χριστιανισμού. Ζώμεν ακόμη πολλοί εξ εκείνων, όσοι εδόσαμεν τον όρκον. Ίσως όλοι υμείς τον εδόσατε. Αυτόν τον όρκον, Κύριοι, τον ιερόν αυτόν όρκον, πρέπει να τον συναισθανώμεθα σήμερον, οπόταν είμεθα συνηγμένοι διά να στερεώσωμεν το πολιτικόν μας ευαγγέλιον, το ευαγγέλιον της πολιτικής μας υπάρξεως; Ναι, Κύριοι, έχομεν δύο ευαγγέλια, το εν είναι το ευαγγέλιον της πίστεως, το έτερον το ευαγγέλιον της πολιτείας μας.

Η Ελλάς ως εκ της γεωγραφικής της θέσεως είναι το κέντρον της Ευρώπης. Με την δεξιάν της πιάνει τας χείρας της Δύσεως, και με την αριστεράν της τας χείρας της Ανατολής και τας συνδέει. Η Ελλάς ήτο προωρισμένη, ως φαίνεται, καταπίπτουσα να δώση τα φώτα εις την Δύσιν, και σήμερον ανισταμένη να φωτίση την Ανατολήν.

Ημείς, Κύριοι, κατοικούμεν αυτήν την ένδοξον Ελλάδα, ημείς πρέπει να δώσωμεν τον εξευγενισμόν εις την Ανατολήν. Από αυτόν τον όρκον, και από την Μεγάλην Ιδέαν, την οποίαν πρέπει να έχωμεν περί του εαυτού μας, ίδον εμπνευσμένους τους πληρεξουσίους εις τας παρελθούσας Συνελεύσεις μας να ομιλώσιν όχι περί επαρχιών, αλλά περί ολοκλήρου του Χριστιανισμού.

Αχ! πόσον επεθύμουν να είχα τον Γερμανόν, να είχα τον Ζαήμην, να είχα όλους εκείνους τους αγωνιστάς, των οποίων τα ονόματα μας ενθυμίζουν τον αγώνα μας, να μας ακούωσι τώρα αγωνιζομένους τι, Κύριοι; να μηδενίσωμεν την μεγάλην εκείνην ιδέαν, ήτις έπρεπε να φλογίζη τας καρδίας όλων ημών. Πού είσαι Κωλοκοτρώνη, πού Ζαήμη, πού Υψηλάντη, πού Βότσαρη, πού Καραϊσκάκη, πού Μιαούλη, πού όλοι σεις, οι οποίοι διά μόνην αυτήν την μεγάλην ιδέαν εδράξατε τα όπλα; Όταν λαμβάνω εις χείρας το τραγούδι του Ρήγα "Μαυροβουνιού καπλάνια, Ολύμπου σταυραετοί, κι Αγράφων τα ξεφτέρια, γενήτε μία ψυχή!" η καρδία μου πάλλει!

Ναι, εγίναμεν όλοι μία ψυχή, ελάβαμεν τα όπλα, εκερδίσαμεν όχι όλον, αλλά μέρος του σκοπού μας. Διά την ελευθερίαν των Ελλήνων όλων, διά την ελευθερίαν του Χριστιανισμού εγίναμεν μία ψυχή, και τώρα φιλονεικούμεν, τι; περνά ο πολύτιμος καιρός μας εις τι; εις το να διακρίνωμεν ποίοι είναι Έλληνες, ποίοι Χριστιανοί. Ποίοι; ημείς, οίτινες ελάβαμεν την σημαίαν της πατρίδος με την άλλην χείρα, διά να ελευθερώσωμεν όλους τους ορθοδόξους Χριστιανούς; Ημείς, Κύριοι, δεν εδόσαμεν όλοι τον αυτόν όρκον, τον οποίον έδοσαν και οι Έλληνες όλοι, όσοι ατενίζουσι σήμερον τους οφθαλμούς των προς ημάς, διά να ίδωσιν, αν ήμεθα πιστοί εις τον όρκον, εις τας υποσχέσεις μας; Από τοιαύτας ιδέας ορμώμενος έκρινα χρέος πατριωτικόν να δώσω την γνώμην την οποίαν εξέφρασα προχθές, ομιλών περί της θρησκείας μας, να δώσω και άλλην γνώμην, την οποίαν ευρίσκετε εις τ' αρχεία της Κυβερνήσεως καθ' ην εποχήν ήμην Υπουργός επί της Αντιβασιλείας, όταν επρόκειτο περί της καθέδρας του Κράτους. Από αυτάς τας δύο γνώμας αποδεικνύεται, πόσον εφρόντιζα να ήμαι πιστός εις τον όρκον μου. Τα αισθήματά μου είναι αισθήματα, τα οποία, αν ήτο δυνατόν να ανοίξω τα στήθη σας, ήθελα τα ευρή βεβαίως ζωγραφισμένα εις την καρδίαν σας. Και πώς να μη τα ευρώ, αφού είσθε πληρεξούσιοι του έθνους εκείνου, τέκνα εκείνων, οι οποίοι έδειξαν, ότι είναι οι τελειότεροι των ανθρώπων; Υμείς οι οποίοι τι δεν εκάμετε υπέρ της επιτυχίας του σκοπού, του μεγάλου σκοπού του Χριστιανισμού, υμείς φιλονεικείτε περί του ορισμού, τις είναι ο Έλλην; Υμείς οίτινες είσθε συνηγμένοι ενταύθα, πού; εις τας Αθήνας. Υμείς, οι οποίοι ελάβετε την τύχην να έχετε βήμα, πού; εις τας Αθήνας. Ναι εις τας Αθήνας. Να είπω εγώ εις υμάς τι ήσαν οι Αθηναίοι και πού πρέπει να φθάσωσι; Δεν σας αδικώ, φίλοι πληρεξούσιοι, διότι είμαι Έλλην, και ομιλώ προς Έλληνας.

Αι Αθήναι περιείχον παν, ό,τι αναπτύασει τον άνθρωπον. Αι Αθήναι κατοικούντο από τους τελειοτέρους της ανθρώπινης φυλής, έκαμαν αριστουργήματα, τα οποία δεν εστάθη δυνατόν να μιμηθώσιν άλλοι μέχρι τούδε. Αι Αθήναι, και όλη η Ελλάς, επειδή, κατά δυστυχίαν, δεν εστάθη δυνατόν να συγκεντρωθή εις μίαν ολομέλειαν, εις εν σώμα, έπεσαν εις διαιρέσεις τρομεράς, εις εμφυλίους πολέμους. Έπεσαν, αλλά διά της πτώσεώς των εφώτισαν την Δύσιν. Έθνος φωτίσαν διά της πτώσεώς του πλήθος άλλων εθνών, αναγεννάται σήμερον, όχι διηρημένον εις τόσας μικράς Επικρατείας, αλλά συγκεντρωμένον, έχον μίαν Κυβέρνησιν, μίαν Θρησκείαν, καταγινόμενον να στερεώση διά πάντα την πολιτικήν του ύπαρξιν, το Σύνταγμα.

Όσοι έχουσι καρδίαν Ελληνικήν, και την έχετε όλοι, να παρουσιασθώσι με ιδέας μικράς, αναξίας του εαυτού των, και της ευκλείας του Ελληνικού Έθνους; και εις ποίαν περίστασιν; εις περίστασιν, καθ' ην η Δύσις, ευθύς αφ' ου ήκουσε την κλαγγήν των όπλων μας, ηλεκτρίσθη όλη, εις υπεράσπισίν μας έδραμε, διότι έπρεπε να ήναι ευγνώμων, διότι έπιεν από την πηγήν των Ελληνικών φώτων. Οι λαοί της Δύσεως συνησθάνθησαν τα δεινά μας, αι Κυβερνήσεις των ενόμισαν δίκαιον να δώσωσιν εις ημάς χείρα βοηθείας ακούσασαι φωνήν λέγουσαν "έθνος, ως το έθνος των Ελλήνων δεν πρέπει να ήναι πλέον εις δουλείαν". Ποία μέσα άφησαν οι λαοί, χωρίς να μας τα δώσωσι; ποίας θυσίας δεν μας επρόσφεραν; Έπρεπε, Κύριοι, να ήσθε εις όλον τον πεφωτισμένον Κόσμον, να εβλέπετε την συμπάθειάν του, να εθαυμάζετε τον φιλελληνισμόν του. Οκτώ έτη, αδελφοί πληρεξούσιοι, εστάθην εις εν μέρος του Ευρωπαϊκού Κόσμου. Δεν δύναμαι να σας περιγράψω τον ενθουσιασμόν του. Και είναι δίκαιον, Κύριοι, διότι ο αγών μας ήτο μέγας, διότι πανταχού υπάρχουσιν απόγονοι των προπατόρων μας.

Διαβαίνων από Παλέρμον είδον πληθυσμόν 16000 Ελλήνων αποίκων, οίτινες κατέφυγον εκεί προ ενός αιώνος, μην υποφέροντες τον ζυγόν. Τας ημέρας του Πάσχα οι άποικοι ούτοι με τας λαμπάδας εις χείρας αναβαίνοσιν εις υψηλόν βουνόν, ατενίζουσι τους οφθαλμούς των προς την Ελλάδα, και λέγουσι "Χριστός ανέστη, πότε ν' αναστηθή η Ελλάς, να την ασπασθώμεν!". Αυτοί οι Έλληνες ακόμη τώρα λαχταρίζουν διά την γην μας, διά την γην των, και ημείς συλλογιζόμεθα, ποίοι είναι Έλληνες; Στοχαζόμεθα άλλους Έλληνας και άλλους μη Έλληνας, διότι δεν εδυνήθησαν εκ των περιστάσεων, εκ της γεωγραφικής των θέσεως, εκ του μικρού πληθυσμού εν τω μέσω των εχθρών, να συναγωνισθώσι με ημάς;

Αι Σύμμαχοι Δυνάμεις ακούσασαι την φωνήν, την ενθουσιώδη φωνήν των λαών των, απεφάσισαν να συντελέσωσιν εις την ελευθερίαν μας, και ήτο πλέον καιρός, διότι τρομερός ο κίνδυνος! Οι εχθροί επλησίασαν να μας καταποντίσωσι. Να μας καταποντίσωσι; όχι, όχι, διότι τους Πελοποννησίους τους έβλεπα ακόμη εις τα όρη, ασφαλίζοντας τας οικογενείας των εις δύσβατα μέρη, και πολεμούντας, στέλλοντας εις τον άδην καθ' εκάστην 20, 30, 50, 100 εχθρούς. Ναι, λέγω προς τιμήν ενός στρατηγού, έχοντος την τιμήν να ήναι πληρεξούσιος του έθνους εις τον σύλλογον τούτον, έλαβε γράμμα από τον στρατάρχην των εχθρών, δι' ου τω υπέσχετο εν, δύο εκατομμύρια, διά να παραδώση το Ναύπλιον, το μόνον φρούριον, το οποίον μας είχε μείνει. Αλλ' έλαβεν εις απάντησιν, ότι το άσυλον της ελευθερίας δεν το παραδίδει.

Ωρκίσθημεν, φίλοι, διά την ελευθερίαν όλων...!!!

Τα περιστατικά, η πολιτική μας υπεχρέωσαν να περιορίσωμεν προς το παρόν τον όρκον μας μέχρι μιας οροθετικής γραμμής. Πρωτόκολλα επεκύρωσαν την έκτασίν μας, αλλ' έδοσαν το δικαίωμα της επαναστάσεως εις τους Χριστιανούς και Έλληνας καταδικασθέντας να μείνωσιν εκτός των ορίων, αγωνισθέντας, θυσιασθέντας, υπομείναντας τα μεγαλήτερα δεινά, και τούτο όχι μόνον εις την Ευρωπαϊκήν Τουρκίαν, αλλά και εις την Ασίαν, και εις την Αφρικήν.

Όχι εις τας Επαρχίας της Ελλάδος, αλλά και εις την Βουλγαρίαν και εις το Μαυροβούνι, διότι το τραγούδι του Ρήγα ηκούσθη και έως εκεί.

Ας ενθυμηθώμεν τα Δερβενάκια. 40,000 εχθροί επλημμύρησαν προς τα μέρη εκείνα, δια να καταποντίσωσι την ελευθερίαν, επολεμήθησαν, κατεστράφησαν. Από ποίους; από Πελοποννησίους και άλλους. Ο Νικήτας επωνομάσθη Τουρκοφάγος. Αλλ' ο Χαζή Χρήστος με ποίους; με τους Βουλγάρους του ήτο εκεί, ήτο εις το πλάγι του. Αι πράξεις αυταί, τα ανδραγαθήματα, αι θυσίαι δεν διέφυγαν την Ευρωπαϊκήν περιέργειαν, και διά τούτο τα πρωτόκολλα επέκτειναν την μετανάστευσιν εις όλα τα μέρη της Οθωμανικής Επικρατείας.

Τούτων ούτως εχόντων, συναδελφοί μου Πληρεξούσιοι και συναγωνισταί, και σεις νέα γενεά, ήτις μέλλει να διαδεχθή τους προπάτοράς σας, οίτινες ετοίμασαν την ανεξαρτησίαν του έθνους, είναι δίκαιον, είναι λογικόν να συζητώμεν σήμερον και να βάζωμεν εις το κόσκινον ποίος είναι Έλλην, ποίος έχει δικαίωμα, και ποίος δεν έχει, εις ποίον ανήκουσι πολιτικά δικαιώματα, και εις ποίον όχι; Και ποίοι κάμνουν την τοιαύτην συζήτησιν; ημείς, οίτινες ωρκίσθημεν, πριν λάβωμεν τα όπλα, ορκίσθημεν εις όλας τας συνελεύσεις, οίτινες απεφασίσαμεν, ότι "πας ο εις Χριστόν πιστεύων Έλλην εστί", ημείς λέγω, να συζητώμεν τοιαύτα πράγματα; Και κινούμενοι από τι; επειδή έγινε κατάχρησις εις την διανομήν των υπουργημάτων; Δεν είναι άλλο το αίτιον, ως εις όλας τας δοθείσας άχρι τούδε τροπολογίας παρετήρησα, παρ' αυτή η κατάχρησις. Ναι, φίλοι, ναι, είμαι σύμφωνος και εγώ, η κατάχρησις είναι βεβαία. Αλλ' η κατάχρησις αύτη πρέπει να μας κάμη να συζητώμεν, ποίος Έλλην έχει πολιτικά δικαιώματα; και δεν εμπορούμεν να ευρώμεν τον τρόπον να παύσωμεν την κατάχρησιν και διά τώρα και διά το μέλλον; Όσοι είναι εγγεγραμμένοι εις τον μέγαν κατάλογον των Φιλικών, δεν είναι Έλληνες; δεν έδοσαν τον αυτόν με ημάς όρκον; Εξεύρομεν, πού είναι αυτοί οι ιεροί άνθρωποι; ιεροί, λέγω, διότι, όταν αυτοί ορκίζοντο, η μάχαιρα ήτο επί της κεφαλής των. Τι σας έκαμε προ τινων ημερών να ζητήτε την πνευματικήν ένωσιν με την Μεγάλην Εκκλησίαν; το μέγα φρόνημα το οποίον πας Έλλην έχει εις την καρδίαν του. Ηθελήσατε να δώσητε εις τον Χριστιανισμόν να εννοήση, ότι δεν τον εγκατελείψατε, ότι είσθε, ως ωρκίσθητε, μία ψυχή. Αφ' ενός κάμνετε τοιαύτας αξιεπαίνους αποφάσεις, αφ' ετέρου συζητείτε περί των πολιτικών δικαιωμάτων των Ελλήνων, διότι έγιναν καταχρήσεις εις την διανομήν των υπουργημάτων; 

Προ τινων ημερών ήλθεν εις την οικίαν μου μία γυνή ταπεινή με εν παιδί. Η κατάστασίς της εξέφραζε την πενίαν της. Την ερωτώ, ποία είσαι, "του Καπετάν Γεωργάκη του Ολυμπιώτου" μοι αποκρίνεται. Του Καπετάν Γεωργάκη του Ολυμπιώτου! του ήρωος εκείνου, τον οποίον γνωρίζετε, τον οποίον γνωρίζει το Πανελλήνιον; του Καπετάν Γεωργάκη, όστις σφάξας πλήθος εχθρών έβαλε φωτίαν και εκάη και αυτός και τα παληκάριά του; Το παιδί αυτού του ήρωος ήλθε κατά το 1843 εις την Ελλάδα, και δεν έχει πολιτικά δικαιώματα; Κανείς από υμάς δύναται να τω τα διαφιλονικήση; Ποίος θέλει έχει τοιαύτην ψυχήν; Σας έφερα μόνον αυτό το παράδειγμα. Είναι πολλά, πάμπολλα ακόμη. Τόσας ημέρας συζητούμεν, διά να κάμωμεν αποφάσεις, και να βάλωμεν άρθρα εις το Σύνταγμα, τα οποία, αφού άπαξ τεθώσιν, ετέθησαν, και θέλουν εμποδίζει τον υπουργόν να μεταχειρισθή εκείνους, των οποίων τα δικαιώματα είναι αναμφισβήτητα; Τι θ' αποδείξωμεν εις τας Δυνάμεις, αι οποίαι μας άνοιξαν τον δρόμον, και μας λέγουν -αι! δεν τολμώ να το είπω, συγχωρήσατέ μοι να μη το είπω, αλλά το συναισθάνεσθε όλοι- και ημείς θέλομεν να τον κλείσωμεν; Τα πρωτόκολλα της ανεξαρτησίας μας τα δεχόμεθα και τα άλλα δεν μας αρέσουν; Λάβετε εις σκέψιν το πράγμα, συλλογισθήτε, τι θα είπουν αι Δυνάμεις -όχι φανερά- δεν τους εβάλαμεν φράκτην, αλλ' αφού αυτοί θέλουν.. δεν μοι είναι επιτετραμμένον να ομιλήσω, ως θέλω, ως αισθάνομαι. Ποίος θέλει χαρή δι' αυτάς τας συζητήσεις, ποίος; Αι! το αισθάνεσθε, το εννοείτε όλοι σας. Και ποίος εύχεται, και ποίος παρακινεί, εμπορώ να είπω; το αισθάνεσθε και αυτό όλοι, αλλά και αυτό είναι απ' εκείνα, όπου δεν εμπορώ να είπω. Δεν ωμίλουν, αν ωμίλουν προς μη Έλληνας. Αλλ' εξεύρω, προς ποίους ομιλώ. Τα αισθήματά των, τους σκοπούς των τα γνωρίζω, τα γνωρίζει η Χριστιανοσύνη.

Η θρησκεία, η ιερά ημών θρησκεία, η οποία εφύλαξε την εθνικήν μας ενότητα, αυτή μας έχει ενωμένους όλους τους χριστιανούς, και η ελευθερία πρέπει να μας έχη διηρημένους; Η εν Αθήναις γεννηθείσα ελευθερία πρέπει να μας διαιρή, διά να μη δώσωμεν τα πολιτικά δικαιώματα προς ποίον; προς τον εαυτόν μας; Η θρησκεία και η ελευθερία συνεβάδισαν εις τον αγώνα. Τα παληκάρια μας είχαν την μίαν σημαίαν, οι αρχιερείς μας εζωσμένοι την σπάθην, και τους ίδομεν όλοι, εκράτουν την άλλην, και τώρα ημείς γεννώμεν τοιαύτας συζητήσεις, και θέλομεν να τας καθιερώσωμεν εις το σύνταγμά μας; Τι θα είπουν οι μεταγενέστεροί μας; τι θα είπουν όλαι αι γενεαί της ανθρωπότητος; τι θα είπη η νέα γενεά, ήτις θα μας διαδεχθή; Λέγουσι τινες, ότι ο λαός της Ελλάδος ζητεί τα δικαιώματά του. Και τις, Κύριοι, δεν γνωρίζει τον λαόν της Ελλάδος; ποτέ, ποτέ αυτός δεν εδίστασεν, ούτε διστάζει να αναγνωρίζη τα δικαιώματα των συντρόφων του. Και στρατιωτικοί και πολιτικοί τον εκίνησαν αυτόν τον λαόν, αλλά ποτέ δεν εζήτησε δικαιώματα διά τον εαυτόν του, αφαιρών αυτά από τους ομοθρήσκους του. Δεν πρέπει να αδικώμεν τον Ελληνικόν λαόν. Είναι ένδοξος, τον ίδον εις πολλάς περιστάσεις. Με τρεις λέξεις εκινείτο, όταν επρόκειτο περί των συμφερόντων του έθνους. Επρόκειτο να εκστρατεύση. "Δος μας μισθόν, δεν έχει η πατρίς, αϊ καλά, πηγαίνομεν και χωρίς μισθόν". Είναι περιττόν να ομιλήσω περισσότερα εις την ευαίσθητον ψυχήν σας. Ο λαιμός μου πάσχει, δεν ήλπιζα, ότι θέλω δυνηθή να σας είπω και όσα σας είπον άχρι τούδε. Αλλά φαίνεται, ότι η ειλικρίνεια των αισθημάτων μου ενεψύχωσε τας δυνάμεις μου. Σας έκαμα μίαν ανάμνησιν των όσων αισθάνεσθε, των όσων ηξεύρετε. Θέλω σας είπει πολλά ολίγα ακόμη, και συγχωρήσατέ με, αν ήμαι ειλικρινής εις την εξήγησίν μου. Αν, Κύριοι, τα παρ' ημών συζητούμενα είχον αληθείας, δεν εγίνοντο άχρι τούδε 40 τροπολογίαι. Η αλήθεια δεν κρύπτεται. Ανακαλύπτεται διότι είναι μία. Έγιναν 40 τροπολογίαι, διότι περιστρεφόμεθα εις σφαλερόν κύκλον, και δεν θέλομεν να εμβώμεν εις την τάξιν, εις την αλήθειαν, ήτις δεν χρήζει 40 τροπολογιών.

Κινούμεθα διηνεκώς, και τίποτε δεν κάμνομεν. Πόσους υπηκόους έχει η Ελλάς εν τη Τουρκία ηξεύρετε; ερωτήσατε ποτέ τον εν Κωνσταντινουπόλει Πρέσβυν μας; τον ερωτήσατε, πώς περνά εκεί με τους υπηκόους της Ελλάδος; είναι χιλιάδες, Κύριοι, ο πρέσβυς τζακίζει το κεφάλι του δι' αυτούς, η προστασία των είναι έργον επίμοχθον, και ημείς θέλετε να είπωμεν εις το σύνταγμά μας, ότι κακώς πράττει ο πρέσβυς να τζακίζη το κεφάλι του, διά να τους προστατεύη; Αι συζητήσεις μας δεν είναι μυστικαί, έχομεν ακροατήριον, έχομεν την δημοσιογραφίαν μας. Θέλετε να λέγωσιν, ότι άλλα πράττει ο πρέσβυς μας, και τα εναντία αποφασίζομεν ημείς; 

Οι λαοί περιμένουσι να ασπασθώσι το ευαγγέλιον της πολιτικής μας υπάρξεως, το σύνταγμα. Τι κάμνουν όλοι οι λαοί της ορθοδόξου χριστιανοσύνης εν τη Ευρώπη και Ανατολή, και παντού όπου ευρίσκονται; Όλοι περιμένουν ν' ακούσουν, αν ήμεθα πιστοί εις τον όρκον μας, εις τας υποσχέσεις μας, αν έχωμεν ακόμη το Ελληνικόν φρόνημα. Και ημείς χάνομεν τον καιρόν μας, και έκαστος φιλοτιμείται να δείξη, ότι εξεύρει να κάμνη τροπολογίας. Δεν είναι λυπηρόν το τοιούτο, γενναίοι, αισθαντικώτατοι Έλληνες;

Την κατάχρησιν να την κτυπήσωμεν, να την εμποδίσωμεν διά το μέλλον. Αλλά το ευαγγέλιον της πολιτικής μας υπάρξεως να μη το μολύνωμεν. Είναι ιερόν, δεν πρέπει να εγγραφώσιν εις τας στήλας του στοιχεία παθών, στοιχεία διαιρέσεων. Αι καταχρήσεις έγιναν με σκοπόν, εξ αγνοίας πολλάκις. Η Βαυαροκρατεία έκαμε πολλάς. Αυτά μας εβίασαν να λάβωμεν δραστήρια μέτρα, διά να τας παύσωμεν. Τα μέτρα ελήφθησαν με τοιούτον εθνικόν τρόπον, ώστε εις μίαν στιγμήν, παιανιζούσης της μουσικής, χορεύοντες ελάβομεν τα δικαιώματά μας, και συνήλθομεν εδώ. (σ.σ. αναφερόταν στην επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου) Η Κυβέρνησις θα συγκροτηθή από Έλληνας. Πολλοί από υμάς θα ήναι Βουλευταί. Το Υπουργείον θα σύγκειται από Έλληνας πολίτας, η Γερουσία επίσης. Ο Βασιλεύς δεν δύναται να είπη, θα διορίζω τον δείνα ή δείνα διοικητήν, τον δείνα ή δείνα εις άλλην θέσιν. Το υπουργείον θα έχη εις την ράχην του την Βουλήν, οι Βουλευταί θα ήναι ως φρουροί. Έγινον καταχρηστικοί διορισμοί, θα τω λέγωσι μυστικά τω Υπουργώ. Αν αυτός τύχη τρελός και δεν ακούση εις τας φρονίμους παρατηρήσεις, κάμη και άλλους επίσης καταχρηστικούς διορισμούς, η Βουλή εκφράζεται, ότι ο υπουργός δεν χαίρει την εμπιστοσύνην της, και ο Υπουργός πίπτει. Φοβούμεθα λοιπόν, εξακολουθούντες τοιαύτας συζητήσεις, ποίους; ημάς αυτούς, μη κάμωμεν καταχρήσεις;

Μόλα ταύτα, Κύριοι, δεν αντιλέγω εις την γνώμην, ότι πρέπει να γενή θεραπεία, να δοθή ικανοποίησις, αλλά γνωμοδοτώ το ευαγγέλιον της πολιτικής μας υπάρξεως, το σύνταγμά μας να μείνη άμωμον. Αλλά να γενή ψήφισμα, δι' ου να διαταχθή η καθάρισις της υπηρεσίας, να προσκληθή η Κυβέρνησις να παύη τας καταχρήσεις, να μη τας κάμη πλέον.

Ενθυμούμενοι τον ιερόν όρκον μας, Κύριοι, θέλομεν βαδίζει την οδόν της δικαιοσύνης, θέλομεν πράξει, σύμφωνα με τας ευχάς των ευεργετιδών Δυνάμεων, αι οποίαι επιθυμούσι την ευτυχίαν και το μεγαλείον μας, σύμφωνα με τας ευχάς όλου του χριστιανισμού, αναμένοντος να ίδη τας αποφάσεις μας, θέλομεν εναγκαλισθή το μέγα μέλλον, τον μέγαν προορισμόν της πατρίδος μας - την Μεγάλην Ιδέαν".